Στο Καστρί Ηγουμενίτσας κάθε Καθαρά Δευτέρα αναβιώνει (εξαίρεση υπήρξαν τα χρόνια του κορωνοϊού) το δρώμενο της αναπαράστασης του αρβανίτικου παραδοσιακού γάμου.
Προηγούνται τα προγαμήλια τελετουργικά (ξύρισμα του γαμπρού κ.λπ.).
Ακολούθως η πομπή, που σχηματίζεται με το γαμπρό και τη νύφη πάνω σε άλογα και την προίκα, ενώ ο κόσμος ακολουθεί, καταλήγει στο δημοτικό σχολείο του Καστριού, όπου "τελείται" ο γάμος και στήνεται γλέντι.
Στα χωριά της περιοχής- όπως σε κάθε κύτταρο κοινοτικής ζωής - διαμορφώθηκαν έθιμα στενά συνδεδεμένα με τις συνθήκες του τόπου και κάθε πλευρά της κοινωνικής ζωής.
Ο γάμος, ειδικά την παλιά εκείνη εποχή και κυρίως στο χωριό, ήταν ένα σημαντικό γεγονός, ένα ορόσημο στη ζωή δύο ανθρώπων, που ενδεχόμενο (και μάλιστα συνηθισμένο) ήταν και να μη γνωρίζονται και ακόμη να μην είχαν ιδωθεί ακόμη. Αυτό οφειλόταν στο ότι οι περισσότεροι γάμοι γίνονταν από προξενιό και πολλές φορές οι μελλόνυμφοι κατάγονταν από διαφορετικά χωριά.
ΤΟ ΠΡΟΞΕΝΙΟ
Το ξεκίνημά του παραδοσιακού γάμου ήταν το προξενιό, με κυρίαρχο θέμα τις διαπραγματεύσεις για την προίκα Αυτούς όμως που ενδιέφερε άμεσα ο γάμος, τους μελλόνυμφους, τις πιο πολλές φορές δεν τους ρώταγαν. Οι πατεράδες ήταν οι γενικοί κουμανταδόροι κι αυτοί έπαιρναν τις αποφάσεις, επιβάλλοντας συχνά στο κορίτσι τους να αποδεχτεί για σύζυγο κάποιο πρόσωπο που δεν ήθελε.
Ο ΑΡΡΑΒΩΝΑΣ
Δεύτερο βήμα ήταν ο αρραβώνας των παιδιών, που βοηθούσε στην καλύτερη γνωριμία και οριζόταν η ημερομηνία του γάμου. Αν απ’ τη πλευρά της κοπέλας ήταν έτοιμοι, δηλ. δεν υπήρχε πρόβλημα με τα προικιά, τότε η περίοδος του αρραβώνα δεν διαρκούσε πολύ.
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΓΑΜΟ
Η οικογένεια του γαμπρού άρχιζε τις προετοιμασίες από την Πέμπτη. Το πρωί έφτιαχναν τους κουραμπιέδες. Σ` όλη αυτή την προετοιμασία, πρωτοστατούσαν η μάνα του γαμπρού και η γριά γιαγιά του (αν, βέβαια, υπήρχε ακόμη στη ζωή). Τα γλυκά όμως έβαζαν και τα ζύμωναν "τρεις παντρεμένες", που ήταν «πρωτοστέφανες», που ήταν ευτυχισμένες με τους άντρες τους και που είχαν οπωσδήποτε γεννήσει παιδιά. Την άλλη μέρα, την Παρασκευή, ζύμωναν τα ψωμιά του γάμου (τα κουλουρόψωμα ). Είχαν διαλέξει και καθαρίσει από προχτές το σιτάρι και, με τις σχετικές ευχές, το είχανε πάει στο νερόμυλο του χωριού. Και σήμερα οι τρεις ευτυχισμένες παντρεμένες βοήθησαν για να γίνουν τα ψωμιά. Την ίδια μέρα, οι ίδιες γυναίκες, που έχουν το γούρι, ζύμωναν και τις πίτες του γάμου. Ύστερα αυτές και άλλες γυναίκες μαζί και νέες κοπέλες, έφτιαξαν με ζυμάρι ένα σωρό στολίδια πάνω στις πίτες. Το Σάββατο, είχαν από το πρωί απολυθεί στα διάφορα σπίτια οι "καλεστάδες", μικρότερα αδέλφια και ξαδέλφια του γαμπρού. Είχαν μαζί τους δύο κοφίνια (=καλάθια), το ένα, το μεγάλο, άδειο και στο άλλο μέσα είχαν τα "καλέσματα". Έδιναν από ένα τέτοιο δώρο σε κάθε συγγενικό σπίτι και τους καλούσαν στο γάμο. Οι προσκαλούμενοι τους κερνούσαν γλυκό και τους έδιναν αβγά, για να φτιάξουν με αυτά δίπλες.
Ο ΓΑΜΟΣ
Το βράδυ του Σαββάτου πολλοί από τους καλεσμένους πήγαιναν στο σπίτι του γαμπρού, όπου και τους είχαν τραπέζι. Μετά το φαγοπότι άρχιζαν "τα τραγούδια της τάβλας" και το χορό. Τη βραδιά εκείνη έκαναν την εμφάνισή τους και τα όργανα του γάμου: κλαρίνο και λαούτο. Όλο το χωριό έβρισκε την ευκαιρία να διασκεδάσει εκείνες τις ημέρες, μιας και η σκληρή καθημερινή βιοπάλη δεν τους έδινε και πολλές τέτοιες ευκαιρίες. Την ημέρα του γάμου, πριν το μεσημέρι ξεκίναγαν όλοι να πάνε στο σπίτι της νύφης. Ο πατέρας, η μητέρα, τα αδέλφια του γαμπρού και όλο το άλλο συγγενολόι, φίλοι και δικοί. Ένας μονάχα δεν μπορούσε να λάβει μέρος, ο γαμπρός. Τούτη τη μέρα γαμπρός και νύφη θα αντικριστούν μόνο το απόγευμα, την ώρα που θα πήγαιναν να παραλάβουν τη νύφη. Το ξεκίνημα και η πορεία για το σπίτι της νύφης δεν είναι γεγονός τυχαίο, ούτε και μπορεί να γίνει όπως και όπως. Μπροστά πηγαίνουν τα δύο όργανα: κλαριντζής και λαουτιέρης, παίζοντας γνωστό σκοπό του γάμου. Σ΄ όλες τις διαδρομές παιζόταν κατά προτίμηση ο ίδιος σκοπός. Οι κοπέλες και τα παλικάρια που ακολουθούσαν, ξανάλεγαν το τραγούδι. Πίσω από τους 2 οργανοπαίχτες ερχόταν το σπουδαιότερο πρόσωπο της συντροφιάς. Ήταν αυτός που κρατούσε την πίτα του γαμπρού. Πήγαινε μπροστά απ’ όλους τους άλλους, μόνος του. Αυτό φανερώνει την αξία που είχε η πίττα, σε όλη τη διαδικασία του γάμου.
ΤΑ ΠΡΟΙΚΙΑ
Μόλις έφευγαν οι συγγενείς του γαμπρού, οι συγγενείς της νύφης φόρτωναν τρία ζώα με τα προικιά και σχημάτιζαν μια πομπή ανάλογη με την προηγούμενη. Και σ' αυτή την περίπτωση μπροστά πήγαιναν τα όργανα. Έπειτα πρώτη μια κοπέλα που κρατούσε την πίτα της νύφης. Τα προικιά ήταν φορτωμένα με τάξη. Μπροστά πήγαιναν τα χοντρόρουχα του ύπνου, κιλίμια, βελέντζες, κουβέρτες και πάνω τους όμορφα μαξιλάρια. Πίσω ακολουθούσαν δύο καινούργια μπαούλα, γεμάτα με σεντόνια κι εργόχειρα της νύφης. Πιο πίσω το καινούργιο στρώμα κι άλλα είδη. Δεν έλειπαν ούτε οι καινούργιοι τεντζερέδες, τα χαλκώματα και βέβαια η σιδεροστιά. Καθώς προχωρούσε η πομπή, έβγαιναν οι νοικοκυρές στα παραθύρια και στα μπαλκόνια κι έριχναν πάνω στα προικιά χουφτιές το σιτάρι ή το ρύζι. Το ίδιο έκανε και η μάνα του γαμπρού, όταν τα προικιά έφταναν στην αυλή της.
ΤΟ ΣΤΟΛΙΣΜΑ ΤΟΥ ΓΑΜΠΡΟΥ
Το στόλισμα του γαμπρού αποτελείται κυρίως από το κούρεμα, το ξύρισμα και το χτένισμα του. Πρώτα-πρώτα καθίζουν το γαμπρό (συνήθως) πάνω σ' ένα κρασοβάρελο, απ' αυτά που οι γυναίκες του χωριού κουβαλάγανε το νερό από τη βρύση. Κατά το κούρεμα και το ξύρισμα έπαιζαν και τα όργανα. Ο γαμπρός φορούσε την πατροπαράδοτη φουστανέλα, γιλέκο με γαϊτάνι, σελάχι πέτσινο, ζωσμένο στη μέση, με παπούτσια ή τα γνωστά τσολιαδίστικα τσαρούχια και κόκκινο σκουφί με κοντή φούντα. Οι συγγενείς κι οι φίλοι πλησίαζαν το γαμπρό, τον "ασήμωναν" στο μέτωπο με κάποιο νόμισμα, και του εύχονταν να ζήσει ευτυχισμένος. Η τελετή του ξυρίσματος είχε σπουδαία σημασία.
ΤΟ ΣΤΟΛΙΣΜΑ ΤΗΣ ΝΥΦΗΣ
Το στόλισμα της νύφης ήταν σωστή ιεροτελεστία. Όλες οι φιλενάδες της ήταν δίπλα της και φρόντιζαν για τα πάντα. Πιο παλιά και μέχρι το 1910 περίπου, είχε καθιερωθεί σαν νυφικό το ντύσιμο της βασίλισσας Αμαλίας. Μακρύ φουστάνι-όχι λευκό-παπούτσια κουμπωτά, μπούστος και αντί για πέπλο ένας κόκκινος σκούφος (το παπάζι) με μακριά φούντα, που έπεφτε στις πλάτες της νύφης. Στο σπίτι της νύφης, ο τόνος των τραγουδιών του γάμου ήταν μελαγχολικός (με αρκετές βέβαια εξαιρέσεις), λόγω του οριστικού χωρισμού, που θα γινόταν σε λίγη ώρα, ανάμεσα σ' αυτήν και το πατρικό της σπίτι.
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Το απόγευμα ξεκίναγε η πομπή (ο «ταϊφάς» του γαμπρού) για το σπίτι της νύφης. Μπροστά τα δύο όργανα. Στο σπίτι της νύφης η υποδοχή θερμή και σύντομη. Ο γαμπρός μόλις έφτανε στο σπίτι της νύφης, ανέβαινε πάνω στη σκεπή του σπιτιού, στο μέρος που είναι πάνω από την πόρτα κι εκεί αναποδογύριζε μερικά κεραμίδια και λίγα απ' αυτά τα έσπαζε. Έκανε δυναμική επίδειξη εναντίον των δαιμονικών όντων που τυχόν σύχναζαν στο σπίτι της νύφης. Από το σπίτι της νύφης ξεκίναγε πρώτα η ακολουθία του γαμπρού. Πάντα μπροστά τα όργανα, πίσω ο γαμπρός και ξωπίσω όλοι οι άλλοι. Σ' ολόκληρη τη διαδρομή ως το σπίτι της νύφης και ως την εκκλησιά, ο γαμπρός δεν έμενε μοναχός. Δεξιά κι αριστερά του τον κρατούσαν αγκαζέ δύο παλικάρια, ο κουμπάρος κι ο παρακούμπαρος. Εκατό περίπου μέτρα πιο πίσω ακολουθούσε η συνοδεία της νύφης. Ίδια διάταξη κι εδώ. Μόνο που εδώ την κρατούσαν οι δύο στενότεροι δικοί της, ο πατέρας της κι ο αδελφός της. Στην αυλόπορτα της εκκλησίας, η νύφη έκανε τρεις μετάνοιες στους νονούς της και τρεις στα πεθερικά της κι αυτοί με τη σειρά τους την κέρναγαν και οι τέσσερις (εφ' όσον βέβαια ζούσαν άπαντες). Μπαίνοντας η νύφη στην εκκλησιά, φρόντιζε ειδικά τη στιγμή εκείνη να μπει με το δεξί πόδι. Το ίδιο έκανε κι ο γαμπρός. Για να τους έρθουν όλα δεξιά και καλά.
π. Ηλίας Μάκος
Φωτό αρχείου