Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 94 ετών ο Μητροπολίτης πρώην Παραμυθίας, Φιλιατών, Γηρομερίου και Πάργης Τίτος ο Β΄, συμπληρώνοντας μισό αιώνα και πλέον, από τη χειροτονία του σε Επίσκοπο, τον Ιούλιο του 1974.
Διαποίμανε τη Μητρόπολη Παραμυθίας έως τον Αύγουστο του 2023, οπότε και εφησύχασε, μέχρι την κοίμησή του, στη Μονή Πούντας Καναλακίου.
Όπως είχε γραφτεί παλαιότερα χειροτονήθηκε Μητροπολίτης με δανεική μίτρα και άμφια και, όπως ο ίδιος ανέφερε σε συνέντευξή του σε αθηναϊκή εφημερίδα το 2005, σε ηλικία έξι ετών εξασφάλιζε την επιβίωσή του πουλώντας γάλα και γιαούρτια στο Φάληρο. Πήγε με δανεικά παπούτσια και πουκάμισο και έδωσε εξετάσεις για το Γυμνάσιο. Και όταν δεν είχε χρήματα να πληρώσει τη σχολική εφορεία, έφευγε από το σχολείο με σκυμμένο κεφάλι.
Και σημείωσε τότε: «Ο Μητροπολίτης θα πρέπει να είναι διάφανος. Από το πρωί μέχρι το βράδυ παλεύεις με τη φύση σου. Δίνεις τη μάχη σου. Δεν είναι ντροπή να μαγειρεύεις, να πλένεις, να σιδερώνεις τα ρούχα σου, να σκουπίζεις. Πρέπει να μην προκαλείς, να μη σκανδαλίζεις".
Εκτιμώντας κανείς συνολικά την πορεία του Σεβασμιωτάτου Τίτου, αυθόρμητα καταλήγει στο ασφαλές συμπέρασμα ότι ο πολυσέβαστος αλησμόνητος Αρχιερέας αποτελούσε μια μαρτυρία Ορθόδοξου ήθους, τόσο με τη στάση την εκκλησιολογική, όσο και με τη στάση της ζωής, καθώς και με τη στάση της μαρτυρίας.
Αλλά και με τη στάση της σιωπής, όταν χρειάστηκε, που τον ανατροφοδοτούσε εσωτερικά και αποδείκνυε την ικανότητά του μέσα στον κόσμο του θορύβου να σιωπά, με αποτέλεσμα να εντοπίζεται ακόμη καλύτερα το βάθος του και να φαίνεται η ικανότητα της ταπείνωσής του.
Με την πνευματικότητα στη βιωτή του του δημιούργησε μια ωραιότητα. Και λόγω του σημείου εμβάθυνσης, που είχε φτάσει στην ύπαρξή του, βοηθούσε τους ανθρώπους, να έχουμε ανοιχτά τα μάτια μας για να δούμε τον Θεό, και ακέρωτα τα αυτιά μας, για να ακούμε τη θεία διδασκαλία.
Αναδείχθηκε ένας ευγενής άνθρωπος, δηλαδή ένας άνθρωπος χωρίς μνησικακία, που δεν στηριζόταν πάνω στον εαυτό του, αλλά στο είναι του Θεού, το οποίο είχε απορροφήσει η καρδιά του, γι' αυτό τολμούσε ν' αγαπά αληθινά.
Ένας άνθρωπος διαπερασμένος με λιτότητα και λεπτότητα, με δωρική λιτότητα, αλλά και με αυτή τη μακάρια αισθαντικότητα, για την οποία μιλάνε οι ασκητές, που τον έκανε να ξεχωρίζει ακόμη και στα πιο απλά, στα πιο καθημερινά, στα πιο κοινά.
Είναι αλήθεια ότι ο Σεβασμιώτατος Τίτος πορεύτηκε σεμνά, στηρίζοντας τα πάντα στη δύναμη του παντοδύναμου Θεού. Αυτός ήταν ο ακαταμάχητος προστάτης και η ασάλευτη ελπίδα του. Πάνω στο βράχο της πίστης θεμελίωσε ολόκληρη τη ζωή του. Και τη στιγμή, που αναπόφευκτα ήρθαν τα γηρατειά, άρπαξε σαν σωσίβιο το στοργικό χέρι του Θεού: "Συ δε, Κύριε, αντιλήπτωρ μου ει, δόξα μου και υψών την κεφαλή μου".
Ήταν, κατά τα χρόνια της ποιμαντορίας του, στοργικός συμπαραστάτης των πιστών με τα λόγια και τη ζωή του, αναδεικνύοντας τον μεγάλο και ύψιστο προορισμό όλων μας "προς τον καταρτισμό των αγίων". Ας σταματήσουμε για λίγο τη σκέψη μας πάνω σ' αυτόν τον προορισμό. Για να τον πετύχουμε δεν παύει ο Θεός να δίνει συνεχώς στον καθένα μας τόσες δωρεές: Την αλήθειά Του! Την χάρη των μυστηρίων Του! Την αγία Του Εκκλησία! Τα παραδείγματα των αγίων μας. Πνευματικούς καθοδηγητές.
Η Εκκλησία στο διάβα της μάς χαρίζει τις μορφές εκείνες, που κάνουν το νου και την καρδιά μας να στρέφονται προς τον Χριστό και να ευλογούμαστε με την άπειρη αγάπη Του.
Χρειαζόμαστε στις χαλεπές ημέρες μας το παράδειγμα τέτοιων μορφών, για να αφυπνίζουν τους υπνοβάτες, για να δείχνουν το ουράνιο τόξο του κάλλους, που συνδέει τον Θεό με τη γη, για να παροτρύνουν στην αναγκαιότητα της μεταστροφής, η οποία μπορεί να μας αποκαλύψει τη διάβαση της αγιότητας...